Ο οδοντικός τραυματισμός αφορά τον τραυματισμό ενός ή περισσότερων δοντιών της μόνιμης ή νεογιλής οδοντοφυΐας και συμβαίνει συχνότερα σε παιδιά και εφήβους αλλά και σε όσους ασχολούνται με σπορ συγκεντρώνοντας το 5% των τραυματισμών. Σύμφωνα με 12ετή έρευνα 25% των παιδιών ηλικίας 6-18 ετών και το 33% των ενηλίκων έχουν χτυπήσει τα δόντια τους. Η πτώση στο δάπεδο, ατύχημα κατά το παιχνίδι, αυτοκινητιστικό ατύχημα κ σχολικοί καυγάδες είναι τα κύρια αίτια πρόκλησης του. Ομάδα υψηλού κινδύνου θεωρείται τα άτομα των οποίων τα δόντια έχουν μεγάλη οριζόντια πρόταξη. Οι τύποι των οδοντικών τραυματισμών είναι πολλοί και ανάλογα με την περίπτωση χρειάζεται διαφορετική αντιμετώπιση. Όντας λοιπόν ένα τόσο περίπλοκο θέμα και στη διάγνωση αλλά και στην θεραπεία κρίνεται αναγκαία η επίσκεψη σε Οδοντίατρο-Ενδοδοντολόγο.
Μετά από ένα xτύπημα εκτός από την πιθανότητα μετακίνησης του δοντιού υπάρχει και ο κίνδυνος να ραγίσει ή να σπάσει το δόντι. Άμεσα θα πρέπει να επισκεφτείτε τον οδοντίατρο. Αν το πρόβλημα είναι σχετικά επιφανειακό επηρεάζοντας μόνο την αδαμαντίνη υπάρχει μόνο αισθητικό πρόβλημα το οποίο λύνεται είτε με συγκόλληση του κατεαγοντος τμήματος αν έχει διασωθεί είτε με έμφραξη με σύνθετη ρητίνη. Αν όμως η βλάβη φθάνει στον πολφό, τότε υπάρχει έντονος πόνος και κίνδυνος μόλυνσης οπότε χρειάζεται ενδοδοντική θεραπεία-απονεύρωση. Η μέθοδος αντιμετώπισης και η πιθανότητα διάσωσης του δοντιού εξαρτάται από την έκταση και το βάθος της βλάβης καθώς και από το αν αυτή αφορά μόνο τη μύλη ή επηρεάζει και τη ρίζα του δοντιού. Τέλος αν το κάταγμα είναι αρκετά κάτω από τα ούλα τότε πιθανόν να μην μπορεί να διατηρηθεί το δόντι στον φραγμό, αλλά αυτό κρίνεται από τον Οδοντίατρο-Ενδοδοντολόγο.
Η μετατόπιση του δοντιού μπορεί να έχει συμβεί με 3 τρόπους.
1. Εμβύθιση: ύπαρξη κάθετης μετακίνησης του δοντιού προς το εσωτερικό του φατνίου. Το δόντι δείχνει κοντύτερο καθώς ένα τμήμα της μύλης έχει πλέον πιεστεί κάτω από τη γραμμή τωνούλων. Σε αυτήν την μορφή τραυματισμού δεν είναι απαραίτητο να εκδηλώνεται αυξημένη κινητικότητα ενώ παρουσιάζει μερική ή ολική καταστροφή των νεύρων και των αγγείων που αιματώνουν το δόντι. Συχνά συνοδεύεται από κάταγμα της ρίζας ή και του οστού της γνάθου λόγω της πίεσης. Απαιτείται άμεση αξιολόγηση της βλάβης από οδοντίατρο που θα επαναφέρει το δόντι στη θέση του (αν είναι δυνατόν) και θα το σταθεροποιήσει. Πιθανόν να χρειαστεί και ενδοδοντική θεραπεία-απονεύρωση.
2. Μερική εκγόμφωση - Πλάγια μετατόπιση: Σε αυτή τη μορφή τραυματισμού, συνήθως μετά από κάθετα χτυπήματα προς τον άξονα του δοντιού, το δόντι παρουσιάζει πλάγια μετατόπιση και πιθανόν να συνοδεύεται από κάταγμα του φατνιακού οστού από την πλευρά της μετατόπισης της ρίζας. Συνήθως δεν εμφανίζεται αυξημένη κινητικότητα λόγω της ενσφήνωσης της ρίζας στο φατνιακό οστό. Υπάρχει εκτεταμένη βλάβη των περιοδοντικών συνδέσμων, μάτωμα, και συχνά παρουσιάζεται νέκρωση του πολφού. Απαιτείται άμεση αξιολόγηση της βλάβης από οδοντίατρο που θα επαναφέρει το δόντι στη θέση του (αν είναι δυνατόν) και θα το σταθεροποιήσει. Πιθανόν να χρειαστεί και ενδοδοντική θεραπεία-απονεύρωση.
3. Μερική εκγόμφωση – Κάθετη μετατόπιση: Υπάρχει κάθετη μετακίνηση του δοντιού και μερική εκγόμφωση από το φατνίο, δηλαδή έχει βγεί κατά ένα μέρος από τη θέση του και φαίνεται τμήμα της ρίζας του. Συνοδεύεται από μάτωμα στις παρυφές των ούλων. Το δόντι εμφανίζει έντονη κινητικότητα, δείχνει μακρύτερο από το φυσιολογικό προεξέχοντας από τα άλλα δόντια. Υπάρχει μερική ή ολική καταστροφή των νεύρων και διακοπή της αιμάτωσης του δοντιού. Απαιτείται άμεση αξιολόγηση της βλάβης από οδοντίατρο που θα επαναφέρει το δόντι στη θέση του (αν είναι δυνατόν) και θα το σταθεροποιήσει. Πιθανόν να χρειαστεί και ενδοδοντική θεραπεία -απονεύρωση.
Η αντιμετώπιση και η εξέλιξη του εκγομφωμένου δοντιού εξαρτάται από δύο σημαντικούς παράγοντες:
Σε περίπτωση σοβαρού τραυματισμού προτεραιότητα αποτελεί η εξασφάλιση της ζωής του ασθενή με την παροχή πρώτων βοηθειών και την άμεση διακομιδή του στο πλησιέστερο νοσοκομείο. Μετά από μία δυνατή πρόσκρουση υπάρχει κίνδυνος τραυματισμού και άλλων ιστών του στόματος, όπως κάταγμα φατνιακού ιστού, κάταγμα γνάθου, εξάρθρωση γνάθου – βλάβη στην κροταφογναθική διάρθρωση και τραυματισμοί μαλακών ιστών (λ.χ. χείλη).
Αμέσως μετά τον τραυματισμό αλλά πιθανόν και μετά από αρκετό χρονικό διάστημα το νεύρο του τραυματισμένου δοντιού μπορεί να νεκρωθεί. Η νέκρωση μπορεί να είναι ασυμπτωματική ή να συνοδεύεται από έντονο πόνο, απόστημα ή δημιουργία ακρορριζικής κύστης. Με το τράνταγμα ή την ελάχιστη μετακίνηση του δοντιού τραυματίζονται τα μικροσκοπικά αγγεία στην άκρη της ρίζας και προκαλείται αιμορραγία στο εσωτερικό του δοντιού. Με αυτό τον τρόπο μεταφέρονται συστατικά του αίματος μέσα στα οδοντινοσωληνάρια της οδοντίνης, βάφοντας το δόντι σκούρο. Έτσι μετά από έναν τραυματισμό δοντιού με απώλεια πόνου συνδυαστικά με την άγνοια των ασθενών, είναι πιθανόν μετά από χρόνια να μαυρίσει το δόντι. Δυστυχώς το χρονικό διάστημα μετά το οποίο θα συμβεί η νέκρωση του δοντιού δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε, γι’ αυτό και συνίσταται ανά τακτά χρονικά διαστήματα να γίνονται επανέλεγχοι, ώστε να προληφθεί ο αποχρωματισμός.
Για να προληφθεί ο οδοντικός τραυματισμός είναι απαραίτητη η επίβλεψη των μικρών παιδιών, η κατάλληλη διαμόρφωση των χώρων όπου παίζουν τα νήπια, η χρήση ειδικών ναρθηκών των δοντιών σε άτομα που αθλούνται και η έγκαιρη ορθοδοντική θεραπεία σε περιστατικά με έντονη οριζόντια πρόταξη.
Κωνσταντίνος Λάγιος Χειρουργός οδοντίατρος-Ενδοδοντολόγος, M.S,
Δέσποινα Κοραή Χειρουργός Οδοντίατρος